ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΟΓΚΟΛΟΓΙΚΑ ΝΕΑ
03/03/2021
23/02/2021
23/02/2021
11/10/2019
14/06/2018
16/06/2017
 
NEWLETTER
Συμπληρώστε το email σας για να εγγραφείτε στο Newsletter.

 
 
ΟΓΚΟΛΟΓΙΚΑ ΝΕΑ
21.11.2013: Πόση εξέλιξη στην θεραπεία του καρκίνου μπορούμε να αντέξουμε;

Πάρις Α. Κοσμίδης
Παθολόγος – Ογκολόγος
τέως Πρόεδρος Ευρωπαϊκής
Εταιρείας Παθολόγων - Ογκολόγων

Ο καρκίνος αποτελεί σήμερα την κύρια αιτία θανάτου στις ΗΠΑ και την δεύτερη αιτία μετά τα καρδιοαγγειακά νοσήματα στην Ευρώπη. Υπολογίζεται ότι κάθε χρόνο διαγιγνώσκονται 10 εκατομμύρια άτομα με καρκίνο παγκόσμια. Σε παγκόσμιο επίπεδο, με βάση πρόσφατα στοιχεί του ΟΟΣΑ, ο καρκίνος ευθύνεται για 7,6 εκατομμύρια θανάτους (13% όλων των θανάτων) και εκτιμάται να αυξηθεί σε πάνω από 13,1 εκατομμύρια το 2030. Στις χώρες του ΟΟΣΑ ο καρκίνος ευθύνεται για το 28% όλων των θανάτων για το 2009. Τα ποσοστά θνησιμότητας από καρκίνο μειώθηκαν ελαφρά για όλες τις χώρες του ΟΟΣΑ από το 1995 και μετά, εκτός από την Ελλάδα, την Πορτογαλία και την Εσθονία, όπου τα ποσοστά παρέμειναν στάσιμα.
Η συχνότητα εμφάνισης του αυξάνεται με την ηλικία και θεωρείται ότι τα 2/3 των ασθενών είναι άνω των 50 ετών. Με δεδομένο ότι ο μέσος όρος ζωής των ανθρώπων των χωρών του Δυτικού πολιτισμού σήμερα είναι τα 80 χρόνια και αναμένεται να αυξηθεί ακόμη περισσότερο, συμπεραίνεται ότι και η συχνότητα εμφάνισης του καρκίνου θα αυξηθεί. Αναμένεται το 2020 να διαγνωσθούν 15 εκατομμύρια ατόμων με καρκίνο παγκόσμια.
Τα καλά νέα προέρχονται από την πρόοδο που έχει επιτελεσθεί τα τελευταία χρόνια, στην πρόληψη, διάγνωση του καρκίνου καθώς επίσης στη θεραπεία και υποστήριξη των ασθενών με κακοήθειες. Τόσο ο τεχνολογικός εξοπλισμός όσο και η ανακάλυψη νέων καινοτόμων φαρμάκων που δρουν στοχευμένα ή διαμέσου ανοσολογικών μηχανισμών, έχουν συμβάλει στην σημαντική βελτίωση των ασθενών με καρκίνο σε όλα τα επίπεδα.
Επτά στους δέκα ασθενείς ζουν περισσότερο από 5 χρόνια με βελτιωμένη ποιότητα ενώ ένας αξιοσημείωτος αριθμός ασθενών γίνεται τελείως καλά. Δεν είναι τυχαίο ότι σήμερα ο αριθμός των ασθενών που έχει διαγνωσθεί με καρκίνο και ζει ανάμεσά μας ξεπερνά τα 30 εκατομμύρια παγκόσμια, ενώ δεν υπερέβαινε τα 10 εκατομμύρια πριν από 35 χρόνια.
Οι επενδύσεις στη φαρμακοβιομηχανία για την ανακάλυψη και προώθηση των νέων αυτών φαρμάκων είναι πολύ υψηλού κόστους. Κατ’ επέκταση η χρήση των φαρμάκων αυτών, που είναι ακριβότερα από τα παλαιότερα, έχει ως αποτέλεσμα τη σημαντική αύξηση στις δαπάνες  των ασφαλιστικών ταμείων όλων σχεδόν των κρατών.
Στην Ευρώπη το κόστος χορήγησης των φαρμάκων κατά του καρκίνου διπλασιάστηκε από το 2004 έως το 2008. Στις ΗΠΑ το αντίστοιχο κόστος για θεραπεία του καρκίνου έφθασε τα 70 δισεκατομμύρια δολάρια. Είναι εντυπωσιακό ότι το ποσοστό του κατά κεφαλή εισοδήματος που δαπανάται για την υγεία αυξάνεται κάθε χρόνο δραματικά. Ένα μεγάλο μέρος αυτού του ποσοστού καλύπτει φαρμακευτικές δαπάνες. Είναι εφιαλτικό να προβάλει κάποιος αυτά τα οικονομικά μεγέθη στο μέλλον, τότε, που ο καρκίνος θα αυξηθεί σε συχνότητα και θα υπάρξουν νεότερα και ακριβότερα φάρμακα.
Εξαιτίας των φαρμάκων αυτών η θνησιμότητα από τον καρκίνο μειώθηκε και η επιβίωση αυξήθηκε. Η επιβίωση του ασθενούς με καρκίνο δεν είναι ίδια σε όλες τις χώρες. Εξαρτάται από την ποσότητα των χρημάτων που διαθέτει η κάθε χώρα για την υγεία και ειδικότερα για την αντιμετώπιση του καρκίνου. Η εμπειρία δείχνει και οι στατιστικές αποδεικνύουν, ότι όταν αυξάνονται οι δαπάνες επιτυγχάνεται μακρύτερη επιβίωση.
Στην Ευρώπη μια ασθενής με καρκίνο μαστού θα ζήσει κατά μέσο όρο περισσότερο στην Αυστρία από ότι η ίδια ασθενής σε άλλες χώρες, όπως Λιθουανία ή Πολωνία. Τα στοιχεία δείχνουν ότι η επιβίωση ενός ασθενούς με καρκίνο επηρεάζεται από το κατά κεφαλή εισόδημα της εκάστοτε χώρας, αρκετά εύλογο αφού το επίπεδο του κατά κεφαλή εισοδήματος είναι και δείκτης της ευημερίας κάθε χώρας.
Η κατανομή πόρων ανά καρκινοπαθή διαφέρει από χώρα σε χώρα. Έτσι, το Λουξεμβούργο διαθέτει για την υγεία κάθε πολίτη 6000 δολάρια, η Πορτογαλία 2690, η Σλοβενία 2551 και η Ρουμανία 818 δολάρια ανά ασθενή. Είναι ευεξήγητη επομένως η διαφορετικότητα στην αντιμετώπιση του καρκινοπαθή από την έγκαιρη διάγνωση έως την υποστηρικτική του θεραπεία. Και το ερώτημα που πλανάται βεβαίως είναι «πόσο καρκίνο» μπορεί να αντέξει μία κοινωνία, μία οικονομία, ένα κράτος. Η αλήθεια είναι ότι κάθε κράτος είναι όμηρος της εξέλιξης και προόδου που έχει επιτελεσθεί στην ογκολογία σε διάφορα επίπεδα. Και όσο πιο οργανωμένο και ενήμερο είναι το κράτος για την επερχόμενη επιδημία καρκίνου τόσο λιγότεροι θα είναι οι κραδασμοί που θα υποστούν τα οικονομικά του. Υπάρχουν τέτοια παραδείγματα. Σε ορισμένες χώρες η παροχή υπηρεσιών εξαρτάται από το κλινικό όφελος της θεραπευτικής πράξης. Σε άλλες, από την σχέση κόστους – οφέλους και σε άλλες από το διαμορφωμένο προϋπολογισμό για την υγεία. Σε οποιαδήποτε όμως περίπτωση μετά από την συνεννόηση κράτους και παρόχων υγείας.
Το κράτος νομοθετεί και οι πάροχοι υγείας και οι γιατροί λειτουργούν στο νομικό και το γενικότερο θεσμικό πλαίσιο που διαμορφώνει το κράτος . Η ειλικρινής συνεργασία τους είναι η μόνη προϋπόθεση ώστε τόσο η σημερινή όσο και η επόμενη γενιά καρκινοπαθών να απολαμβάνει τα επιτεύγματα και προόδους της Ογκολογίας.
Χρέος του κράτους είναι να κατανέμει του διαθέσιμους πόρους του με αποτελεσματικό και δίκαιο τρόπο, ώστε να διασφαλίζει δυνατότητα πρόσβασης σε όλους. Για να γίνει όμως αυτό χρειάζεται σχεδιασμός, πρόγραμμα για πρόληψη, έγκαιρη διάγνωση και θεραπεία, αξιοποίηση της εμπειρίας άλλων χωρών και προβλεπτικότητα. Ειδικότερα για τον καρκίνο, η πολιτεία πρέπει να αναμορφώσει τις υπηρεσίες παροχής ογκολογικών υπηρεσιών με σύγχρονο και ευέλικτο τρόπο λειτουργίας με βάση και τα νεώτερα δεδομένα προσωποποιημένων θεραπειών, όπου το πρωτόκολλο είναι το Ευαγγέλιο. Είναι ο μόνος τρόπος που αυξάνει την αποτελεσματικότητα, μειώνει το κόστος  και ανακατανέμονται ορθολογικότερα οι πόροι. Παράλληλα και οι Ογκολόγοι καθώς επίσης και όλοι οι λειτουργοί παροχής ογκολογικών υπηρεσιών χρειάζεται να συνεργασθούν για την επίτευξη του κοινού στόχου.